"Τα χαρακτηριστικά που πρέπει να παρουσιάζει ένα μάθημα Φ.Α. που απευθύνεται σε παιδιά με Αυτισμό"
*Βογιατζής Ελευθέριος
Τελειόφοιτος Τ.Ε.Φ.Α.Α. Π.Θ.
Πριν αναφερθώ στα χαρακτηριστικά που είναι απαραίτητο να
παρουσιάζει ένα μάθημα Φυσικής Αγωγής που απευθύνεται σε παιδιά με αυτισμό,
καθίσταται ιδιαίτερα σημαντικό να οριστεί η έννοια του αυτισμού, όπως επίσης
και να επισημανθούν τα βασικότερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των παιδιών με
αυτισμό. Έτσι, ο αυτισμός αποτελεί μια αναπτυξιακή διαταραχή που επιδρά
καταλυτικότατα στην επικοινωνία και την κοινωνικοποίηση του παιδιού, και
εκδηλώνεται πριν από το 3ο έτος (36 μήνες) της ηλικίας του με: διαταραχές στην
κοινωνική αλληλεπίδραση, διαταραχές στη λεκτική και μη-λεκτική επικοινωνία,
επανάληψη στερεότυπων και περιορισμένων συμπεριφορών και αντίσταση στην αλλαγή
περιβάλλοντος.
Επιπλέον, θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην αναφερθεί το γεγονός
πως ο αυτισμός αποτελεί μια μόνιμη κατάσταση που εμφανίζεται 4 φορές συχνότερα
στα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια, και δεν φαίνεται να επηρεάζεται από
εθνογραφικά, φυλετικά ή ψυχοκοινωνικά κριτήρια. Με άλλα λόγια, ο αυτισμός έχει
τα εξής γενικά χαρακτηριστικά: εκδηλώνεται νωρίς στη ζωή του ατόμου, παραμένει
σε όλη τη διάρκεια της ζωής του και επηρεάζει καταλυτικά την ικανότητα του
ατόμου να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις της ζωής. Συμπερασματικά λοιπόν, τα
παιδιά με αυτισμό εκδηλώνουν ένα μεγάλο εύρος συμπτωμάτων και χαρακτηριστικών
που μπορεί να ποικίλλουν από ελαφριά έως σοβαρά.
Ωστόσο, παρόλο που η
σοβαρότητα του αυτισμού μπορεί να ποικίλλει, όλα τα παιδιά με αυτισμό
αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες στους τομείς των κοινωνικών σχέσεων και της
επικοινωνίας, παρουσιάζοντας μία σειρά συμπεριφορών και ενδιαφερόντων. Σ’ αυτό το
σημείο, θα αναφερθώ στα χαρακτηριστικά εκείνα που είναι ζωτικής σημασίας να
παρουσιάζει ένα μάθημα Φυσικής Αγωγής που απευθύνεται σε παιδιά με αυτισμό,
προκειμένου να καταστεί επιτυχημένη η διδασκαλία. Αρχικά, ο Καθηγητής Φυσικής
Αγωγής είναι σημαντικό να συγκεκριμενοποιήσει το είδος συμπεριφοράς του παιδιού
με αυτισμό. Πιο συγκεκριμένα, ο ΚΦΑ πρέπει να γνωρίζει ότι η "αισθητηριακή αφομοίωση", η διαδικασία δηλαδή, με την οποία ο εγκέφαλος
οργανώνει και αφομοιώνει τα ερεθίσματα που δέχεται το παιδί με αυτισμό από το
περιβάλλον μέσω των αισθήσεων του, μειονεκτεί.
Συνεπώς, στην αρχική
επαφή του με κάθε παιδί με αυτισμό, ο ΚΦΑ καλό είναι να συγκεκριμενοποιεί μέσω
παρατήρησης, το είδος της συμπεριφοράς (υποκινητική ή υπερκινητική) που το
παιδί μπορεί να εκδηλώνει σε σχέση με τις αισθήσεις του. Επιπροσθέτως, ο ΚΦΑ
αποτελεί αδήριτη αναγκαιότητα να μάθει να επικοινωνεί αποτελεσματικά με το
παιδί. Ειδικότερα, η επικοινωνία των παιδιών με αυτισμό δεν γίνεται με τον
συνηθισμένο τρόπο, ωστόσο, πολλές φορές μπορεί να γίνει αντιληπτό το τι θέλουν
μέσα από την συμπεριφορά τους. Εάν για παράδειγμα, ένα παιδί με αυτισμό
απομακρυνθεί από την κούνια για να δείξει έλλειψη ενδιαφέροντος ή διστάσει να
ανεβεί την σκάλα, εκδηλώνοντας αναστάτωση, αυτοί είναι πολύ αποτελεσματικοί
τρόποι επικοινωνίας που μπορούν να καθοδηγήσουν τον ΚΦΑ ως προς τα ενδιαφέροντα
του παιδιού στο μάθημά του. Επίσης, ο ΚΦΑ οφείλει να γνωρίζει ότι πολλά παιδιά με
αυτισμό εμφανίζονται ως "λειτουργικά κωφά", και αυτό γιατί δεν
δείχνουν να αντιλαμβάνονται φωνές ή ομιλίες. Ως εκ τούτου, ο μόνος τρόπος για
να τραβηχτεί η προσοχή του παιδιού είναι το κράτημα του ενός ή των δύο ώμων από
τον γυμναστή, με το σταθερό κράτημα να είναι προτιμότερο από το ελαφρύ άγγιγμα.
Ακόμη, ο ΚΦΑ θα πρέπει να επιμείνει στην "πρόσωπο με πρόσωπο"
επαφή με το παιδί (χρησιμοποιώντας το χέρι του για να κατευθύνει το κεφάλι του
παιδιού από το πιγούνι), σε συνδυασμό με την χρησιμοποίηση συγκεκριμένων
προτάσεων (π.χ. "κοίταξέ με") και το κράτημα ενός αντικειμένου
στο ύψος των ματιών του παιδιού, που μπορεί να του τραβήξει την προσοχή.
Επιπρόσθετα, ο ΚΦΑ θα πρέπει να είναι σε θέση να διακρίνει την κινητική
αδεξιότητα του παιδιού με αυτισμό και βάσει αυτής να προβεί στη δόμηση του
ανάλογου προγράμματος εκγύμνασης. Έτσι, η τυπική κινητική αξιολόγηση μπορεί να
παραπλανήσει, καθώς τα παιδιά με αυτισμό είναι αρκετά πιθανό να μην
ανταποκρίνονται στις οδηγίες του οποιουδήποτε τεστ, και ως αποτέλεσμα να
μπορούν να αποδώσουν καλύτερα από αυτό που υποδηλώνουν τα αποτελέσματα των
τεστ. Επομένως, συνίσταται η συστηματική παρατήρηση και η καταγραφή σε βίντεο
(μόνο με την γραπτή συγκατάθεση των γονέων βέβαια) των ικανοτήτων του παιδιού
με έναν πιο ανεπίσημο τρόπο.
Εκτός απ’ όλα τα παραπάνω, ο ΚΦΑ είναι αναγκαίο συνεχώς να προσέχει τις στερεότυπες κινήσεις του παιδιού και να μην προσπαθεί να εργαστεί ενάντια σ’ αυτές, αλλά μαζί τους. Εάν για παράδειγμα, ένα παιδί με αυτισμό αρέσκεται στο να πετάει αντικείμενα, ο ΚΦΑ υποχρεούται να προσπαθήσει να κατευθύνει την ενέργεια αυτή του παιδιού με τρόπο που να την καθιστά λειτουργικά ικανή, για παράδειγμα να μάθει στο παιδί να ρίχνει μία μικρή μπάλα μέσα από ένα στεφάνι ή το καλάθι του μπάσκετ ή να σημαδεύει αντικείμενα, όπως κορίνες και στόχους. Άλλες τώρα απαραίτητες προσαρμογές που πρέπει να γνωρίζει ο κάθε ΚΦΑ όταν πρόκειται να διδάξει σε ένα παιδί με αυτισμό είναι η δημιουργία ενός εξατομικευμένου προγράμματος παρέμβασης (ένας προς έναν) μέσα από την εφαρμογή μίας σειράς από "ρουτίνες" σε κάθε άσκηση με "σταθμούς δραστηριότητας" και εξασφάλιση προβλέψιμης μετάβασης από την μία άσκηση στην άλλη, με σκοπό την περαιτέρω διευκόλυνση της διδασκαλίας του παιδιού. Συνδυαστικά με τα παραπάνω, ο κάθε γυμναστής κατά την διδασκαλία ενός παιδιού με αυτισμό μπορεί αναμφίβολα να χρησιμοποιήσει διάφορα οπτικά ερεθίσματα (έρευνες έχουν δείξει ότι η χρήση τους ενισχύει σημαντικά τα μαθησιακά αποτελέσματα σε περιπτώσεις παιδιών με αυτισμό), όπως σειρά εικόνων και φωτογραφιών σε αλληλουχία, και περιορισμός της προφορικής καθοδήγησης σε λίγες λέξεις ή μικρές προτάσεις.
Επιπλέον, ο ΚΦΑ οφείλει να επιλέγει ασκήσεις με κύριο γνώμονα την ασφάλειά τους, και αυτό γιατί τα παιδιά με αυτισμό μπορεί να μην συναισθάνονται τον κίνδυνο ή να παρουσιάζουν επιληπτικές κρίσεις, όπως συμβαίνει στο ¼ των περιπτώσεων παιδιών με αυτισμό, με αποτέλεσμα να ελλοχεύει ανά πάσα ώρα και στιγμή ο κίνδυνος ατυχημάτων και κατ’ επέκταση τραυματισμού των παιδιών αυτών.
Κλείνοντας την αναφορά μου στις κύριες προσαρμογές που επιβάλλεται να υπάρχουν στο μάθημα της Φυσικής Αγωγής όταν πρόκειται για διδασκαλία σε ένα παιδί με αυτισμό, θα ήθελα να επισημάνω πως ο κάθε ΚΦΑ είναι δεδομένο πως θα πρέπει να ενθαρρύνει διαρκώς το παιδί μέσα από λεκτικές ανταμοιβές (π.χ. "μπράβο") ή ακόμη και άλλου είδους αμοιβές (π.χ. φαγητό, για παράδειγμα ένα μικρό μπισκοτάκι με χαμηλά λιπαρά) όταν δεν παρατηρείται ανταπόκριση στην λεκτική ανταμοιβή. Παράλληλα, ο ΚΦΑ όπου κρίνεται εφικτό μπορεί να επιλέγει ασκήσεις με συνασκούμενο για την καλλιέργεια των κοινωνικών δεξιοτήτων του παιδιού, ενώ μέσα από τον χαμηλό τόνο φωνής που πρέπει να χρησιμοποιεί (ως γνωστόν τα παιδιά με αυτισμό είναι ευαίσθητα στους ήχους και ανταποκρίνονται καλύτερα στα άτομα που μιλούν με χαμηλό τόνο φωνής) είναι καλό να το ωθεί σε δημιουργικές δραστηριότητες (π.χ. ποδήλατο, κολύμβηση ή ακόμη και να μεταφέρει ένα μήνυμα στην διπλανή τάξη).
Τέλος, αναφορικά με την επιλογή των ασκήσεων αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικό να στοχεύουν στην ολόπλευρη βελτίωση των φυσικών ικανοτήτων των παιδιών με αυτισμό, με τις ασκήσεις αερόβιας ικανότητας να είναι σχετικά μεγάλης έντασης για την μείωση της συχνότητας των στερεότυπων κινήσεων, αλλά και την μείωση του επιπέδου άγχους του παιδιού, με τις ασκήσεις δύναμης να στοχεύουν πρωτίστως στην ενδυνάμωση του αδύναμου κορμού του παιδιού με αυτισμό, με συνακόλουθη βελτίωση της ισορροπίας και της συναρμογής του, με τις ασκήσεις ευλυγισίας να εκτελούνται σε όλο το εύρος της κίνησης της άρθρωσης για την αντιμετώπιση της αυξημένης μυϊκής υποτονίας εν συγκρίσει με τον τυπικό πληθυσμό (ιδιαίτερα αυξημένος μυϊκός τόνος παρατηρείται στον γαστροκνήμιο μυ των παιδιών με αυτισμό, συνεπώς αρκετές διατάσεις στο μυ αυτόν), και ασκήσεις ισορροπίας, όπως βάδισμα σε μία ευθεία γραμμή στο πάτωμα ή χρησιμοποίηση θεραπευτικής μπάλας.
Εκτός απ’ όλα τα παραπάνω, ο ΚΦΑ είναι αναγκαίο συνεχώς να προσέχει τις στερεότυπες κινήσεις του παιδιού και να μην προσπαθεί να εργαστεί ενάντια σ’ αυτές, αλλά μαζί τους. Εάν για παράδειγμα, ένα παιδί με αυτισμό αρέσκεται στο να πετάει αντικείμενα, ο ΚΦΑ υποχρεούται να προσπαθήσει να κατευθύνει την ενέργεια αυτή του παιδιού με τρόπο που να την καθιστά λειτουργικά ικανή, για παράδειγμα να μάθει στο παιδί να ρίχνει μία μικρή μπάλα μέσα από ένα στεφάνι ή το καλάθι του μπάσκετ ή να σημαδεύει αντικείμενα, όπως κορίνες και στόχους. Άλλες τώρα απαραίτητες προσαρμογές που πρέπει να γνωρίζει ο κάθε ΚΦΑ όταν πρόκειται να διδάξει σε ένα παιδί με αυτισμό είναι η δημιουργία ενός εξατομικευμένου προγράμματος παρέμβασης (ένας προς έναν) μέσα από την εφαρμογή μίας σειράς από "ρουτίνες" σε κάθε άσκηση με "σταθμούς δραστηριότητας" και εξασφάλιση προβλέψιμης μετάβασης από την μία άσκηση στην άλλη, με σκοπό την περαιτέρω διευκόλυνση της διδασκαλίας του παιδιού. Συνδυαστικά με τα παραπάνω, ο κάθε γυμναστής κατά την διδασκαλία ενός παιδιού με αυτισμό μπορεί αναμφίβολα να χρησιμοποιήσει διάφορα οπτικά ερεθίσματα (έρευνες έχουν δείξει ότι η χρήση τους ενισχύει σημαντικά τα μαθησιακά αποτελέσματα σε περιπτώσεις παιδιών με αυτισμό), όπως σειρά εικόνων και φωτογραφιών σε αλληλουχία, και περιορισμός της προφορικής καθοδήγησης σε λίγες λέξεις ή μικρές προτάσεις.
Επιπλέον, ο ΚΦΑ οφείλει να επιλέγει ασκήσεις με κύριο γνώμονα την ασφάλειά τους, και αυτό γιατί τα παιδιά με αυτισμό μπορεί να μην συναισθάνονται τον κίνδυνο ή να παρουσιάζουν επιληπτικές κρίσεις, όπως συμβαίνει στο ¼ των περιπτώσεων παιδιών με αυτισμό, με αποτέλεσμα να ελλοχεύει ανά πάσα ώρα και στιγμή ο κίνδυνος ατυχημάτων και κατ’ επέκταση τραυματισμού των παιδιών αυτών.
Κλείνοντας την αναφορά μου στις κύριες προσαρμογές που επιβάλλεται να υπάρχουν στο μάθημα της Φυσικής Αγωγής όταν πρόκειται για διδασκαλία σε ένα παιδί με αυτισμό, θα ήθελα να επισημάνω πως ο κάθε ΚΦΑ είναι δεδομένο πως θα πρέπει να ενθαρρύνει διαρκώς το παιδί μέσα από λεκτικές ανταμοιβές (π.χ. "μπράβο") ή ακόμη και άλλου είδους αμοιβές (π.χ. φαγητό, για παράδειγμα ένα μικρό μπισκοτάκι με χαμηλά λιπαρά) όταν δεν παρατηρείται ανταπόκριση στην λεκτική ανταμοιβή. Παράλληλα, ο ΚΦΑ όπου κρίνεται εφικτό μπορεί να επιλέγει ασκήσεις με συνασκούμενο για την καλλιέργεια των κοινωνικών δεξιοτήτων του παιδιού, ενώ μέσα από τον χαμηλό τόνο φωνής που πρέπει να χρησιμοποιεί (ως γνωστόν τα παιδιά με αυτισμό είναι ευαίσθητα στους ήχους και ανταποκρίνονται καλύτερα στα άτομα που μιλούν με χαμηλό τόνο φωνής) είναι καλό να το ωθεί σε δημιουργικές δραστηριότητες (π.χ. ποδήλατο, κολύμβηση ή ακόμη και να μεταφέρει ένα μήνυμα στην διπλανή τάξη).
Τέλος, αναφορικά με την επιλογή των ασκήσεων αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικό να στοχεύουν στην ολόπλευρη βελτίωση των φυσικών ικανοτήτων των παιδιών με αυτισμό, με τις ασκήσεις αερόβιας ικανότητας να είναι σχετικά μεγάλης έντασης για την μείωση της συχνότητας των στερεότυπων κινήσεων, αλλά και την μείωση του επιπέδου άγχους του παιδιού, με τις ασκήσεις δύναμης να στοχεύουν πρωτίστως στην ενδυνάμωση του αδύναμου κορμού του παιδιού με αυτισμό, με συνακόλουθη βελτίωση της ισορροπίας και της συναρμογής του, με τις ασκήσεις ευλυγισίας να εκτελούνται σε όλο το εύρος της κίνησης της άρθρωσης για την αντιμετώπιση της αυξημένης μυϊκής υποτονίας εν συγκρίσει με τον τυπικό πληθυσμό (ιδιαίτερα αυξημένος μυϊκός τόνος παρατηρείται στον γαστροκνήμιο μυ των παιδιών με αυτισμό, συνεπώς αρκετές διατάσεις στο μυ αυτόν), και ασκήσεις ισορροπίας, όπως βάδισμα σε μία ευθεία γραμμή στο πάτωμα ή χρησιμοποίηση θεραπευτικής μπάλας.
Βιβλιογραφία:
''Άσκηση και Αναπηρία" ,Δημήτρης Κοκαρίδας, 2010, Εκδόσεις Χριστοδουλίδη,σελίδες 67-82.
*Ο Βογιατζής Ελευθέριος είναι τελειόφοιτος του ΤΕΦΑΑ Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (εκκρεμεί η ορκωμοσία), με ειδικότητα Ειδική Φυσική Αγωγή και κατάγεται από την Καρδίτσα.
Πηγή: karditsalive.net
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Το "Εν Σώματι Υγιεί" δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.