Μπορεί το ανθρώπινο μάτι να «συλλάβει» έναν παίκτη σε θέση offside, κατά τη διάρκεια ενός αγώνα ποδοσφαίρου;
*Francisco Belda Maruenda
Can the human eye detect an offside position
during a football match?
British Medical Journal (BMJ), 2004 December 18; 329(7480): 1470–1472
Μετάφραση –
Επιμέλεια:
Καραϊωσήφ Αλέξανδρος
Καθηγητής Ειδικής Φυσικής Αγωγής
Μ. Res. in Cognitive Neuropsychology
Ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους κανόνες στο
ποδόσφαιρο, είναι ασφαλώς ο κανόνας του offside. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι το ανθρώπινο μάτι
και ο εγκέφαλος δεν είναι ικανοί να επεξεργαστούν όλες τις απαραίτητες οπτικές
πληροφορίες για την εφαρμογή του κανόνα.
Το ποδόσφαιρο διέπεται από κανόνες. Κάθε παιχνίδι διευθύνεται από έναν διαιτητή και δύο βοηθούς διαιτητές. Όταν οι κανόνες δεν εφαρμόζονται σωστά, το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να επηρεαστεί. Για τα λάθη κατηγορείται συνήθως το «ανθρώπινο λάθος», αλλά είναι πάντα αυτή η αλήθεια; Σε αυτό το άρθρο, αναλύεται η φυσιολογία του ανθρώπινου ματιού για να διευκρινιστεί εάν το μάτι είναι ικανό να επεξεργαστεί όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για να εφαρμόσει τον κανονισμό και να «συλλάβει» έναν παίκτη σε θέση offside.
Τα μάτια κινούνται για να επικεντρωθούν σε αντικείμενα τα οποία βρίσκονται
μέσα στο οπτικό τους πεδίο. Με αυτό τον τρόπο, εκτελούν σακκαδικές κινήσεις
(ΣτΜ: ακούσιες, απότομες σπασμωδικές κινήσεις των οφθαλμών, όταν αλλάζει το
σημείο προσήλωσης), μικρές κινήσεις, κινήσεις σύγκλισης και απόκλισης, κινήσεις
που ελέγχονται από το αιθουσαίο σύστημα και προσαρμογές του φακού.
Τι είναι οι Σακκαδικές
Κινήσεις
Οι σακκαδικές κινήσεις είναι ταχύτατες, σύντομες συζυγείς κινήσεις των
ματιών. Αυτές συμβαίνουν όταν τα μάτια παρακολουθούν ένα αντικείμενο, όταν
μετακινείται το βλέμμα από ένα αντικείμενο σε ένα άλλο κατά τη διάρκεια της
ανάγνωσης. Είναι απαραίτητες για τον εντοπισμό αντικειμένων γρήγορα στο βοθρίο
ή για την αλλαγή του βάθους εστίασης του ματιού από το ένα αντικείμενο στο άλλο
εντός του οπτικού πεδίου. Αυτό το είδος της κίνησης μπορεί να είναι εκούσιο ή
ακούσιο. Ακούσιες κινήσεις προκαλούνται από ένα αντικείμενο που εισέρχεται στο
οπτικό πεδίο ή με την ανίχνευση της κίνησης εντός του οπτικού πεδίου.
Ο λανθάνων χρόνος από την έναρξη του ερεθίσματος μέχρι την έναρξη της
γρήγορης κίνησης του ματιού είναι 200ms (0.2΄΄), αλλά αυτό εξαρτάται από την
απόσταση του αντικειμένου, οπότε και ένα μικρότερο χρονικό διάστημα μπορεί να
είναι πιθανό. Όταν το εύρος της κίνησης είναι μεγαλύτερο από 10°, ο χρόνος
απόκρισης μπορεί να αυξηθεί.
Ο λανθάνων χρόνος της σακκαδικής κίνησης επηρεάζεται και από άλλους
παράγοντες, όπως ο τύπος και το χαρακτηριστικό του ερεθίσματος, η προσοχή και η
ηλικία του παρατηρητή. Η ταχύτητα της κίνησης μεταξύ των αντικειμένων ποικίλλει
από 10ms έως 80ms και επηρεάζεται από τη γωνία μεταξύ των αντικειμένων. Η
ταχύτητα ελαττώνεται με την κούραση και την έλλειψη προσοχής και ποικίλλει
ανάλογα με τον κιρκαδικό ρυθμό.
Ομαλές κινήσεις των ματιών
Αυτές είναι απαραίτητες για την παρακολούθηση ενός
στατικού αντικειμένου ή την παρακολούθηση της τροχιάς ενός κινούμενου
αντικειμένου. Η λανθάνουσα περίοδος είναι 125-150ms και η ταχύτητα επηρεάζεται από τον
κιρκαδικό ρυθμό και την κόπωση.
Κινήσεις σύγκλισης
Σύγκλιση των ματιών συμβαίνει όταν το βλέμμα
μετακινείται από μακρινά σε κοντινά αντικείμενα ή όταν προσπαθεί να
επικεντρωθεί σε ένα αντικείμενο που πλησιάζει. Απόκλιση των ματιών είναι
ακριβώς το αντίθετο, όταν δηλαδή μεταφέρεται το βλέμμα από μια ενδιάμεση
απόσταση σε μακρινή ή όταν απομακρύνεται ένα αντικείμενο και συνήθως φαίνεται
ότι τα μάτια ατενίζουν το άπειρο (π.χ. ονειροπόληση. Ο λανθάνων χρόνος είναι 160ms.
Αιθουσαίες κινήσεις
Αυτές γίνονται για την διατήρηση της οπτικής
σταθερότητας, όταν το κεφάλι κινείται. Ο λανθάνων χρόνος είναι περίπου 100ms
και οι κινήσεις αυτές συχνά περιλαμβάνουν περιστροφικές τροχιές .
Προσαρμογές του φακού
Για να κρατηθούν τα αντικείμενα εστιασμένα στον
αμφιβληστροειδή χιτώνα, το μάτι αλλάζει την κυρτότητα του φακού. Αυτή η
διαδικασία έχει λανθάνοντα χρόνο περίπου 360ms. Ο χρόνος που απαιτείται για την
αλλαγή από μακριά σε κοντά είναι περίπου 640ms ενώ για την αλλαγή από κοντά σε μακριά
απαιτούνται 560ms.
O Κανόνας του Offside
Το άρθρο 11 – Παίκτης έξω από τον αγώνα –
θεσπίστηκε το 1886 και από το 1925 υπάρχει στην εκδοχή που τον ξέρουμε σήμερα.
Ο κανόνας αυτός διευκρινίζει την κανονική θέση των ποδοσφαιριστών κατά τη
διάρκεια του αγώνα. Για να είναι ένας παίκτης σε θέση offside δεν αρκεί να βρίσκεται μόνο
πλησιέστερα της γραμμής τέρματος της αντίπαλης ομάδας, από τους δύο τελευταίους
αμυντικούς (ΣτΜ: ως αμυντικός θεωρείται και ο τερματοφύλακας, ο οποίος συνήθως -αλλά όχι πάντα- είναι ο τελευταίος αμυντικός), κατά τη στιγμή που μεταβιβάζεται η μπάλα, αλλά επιπρόσθετα να έχει
ενεργό συμμετοχή στον αγώνα (εικόνα 1).
Είναι ικανό το ανθρώπινο
μάτι να εντοπίσει μια παράβαση offside;;
Για να ανιχνεύσει έναν παίκτη σε θέση offside, το ανθρώπινο μάτι πρέπει να είναι ικανό να
ανιχνεύει τουλάχιστον πέντε κινούμενα αντικείμενα ταυτόχρονα και τον
προσδιορισμό των θέσεων τους του καθενός σε σχέση με το άλλο. Αν αυτά τα
αντικείμενα δεν βρίσκονται όλα στο οπτικό πεδίο, μια θέση offside δεν είναι δυνατό να κριθεί με
βεβαιότητα και έτσι ο διαιτητής και οι βοηθοί διαιτητές θα πρέπει να γυρίσουν
τα κεφάλια τους, ώστε να ξεκινήσουν οι σακκαδικές κινήσεις των ματιών για να
εντοπίσουν όλα τα αντικείμενα. Ο χρόνος που απαιτείται για να γίνει αυτή η
διαδικασία, είναι το άθροισμα της ολοκλήρωσης της κίνησης των ματιών και της
προσαρμογής που πρέπει να γίνει.
Η ιδανική περίπτωση είναι να βρίσκονται όλοι οι παίκτες και η μπάλα εντός
του οπτικού πεδίου του βοηθού διαιτητή. Το σημείο αναφοράς θα είναι η μπάλα και
για να επικεντρωθεί το μάτι στους συμμετέχοντες παίκτες θα πρέπει να εκτελέσει
σακκαδικές κινήσεις. Ο λανθάνων χρόνος θα είναι 130ms. Στη συνέχεια θα χρειαστούν 140ms για να επικεντρωθεί στον δεύτερο
παίκτη, 150ms για
τον τρίτο και 160ms για τον τέταρτο. Αν όλοι οι παίκτες βρίσκονται εντός του οπτικού πεδίου
του διαιτητή ή των βοηθών του, τότε δεν υπάρχει ανάγκη για προσαρμογή του ματιού
και ο ελάχιστος χρόνος που χρειάζεται το μάτι για να εντοπίσει τους τρεις
παίκτες που σχετίζονται με το offside (σ.σ δύο αμυντικοί και ένας επιθετικός), είναι
160ms, λόγω της ικανότητας
του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος για παράλληλη επεξεργασία διάφορων
αντικειμένων που κινούνται ταυτόχρονα και την ικανότητα του ματιού να
αποθηκεύει και να ενσωματώνει πληροφορίες.
Αντικανονική θέση – offside: Τι λέει ο κανονισμός;
Ένας παίκτης
βρίσκεται σε θέση offside αν
είναι πλησιέστερα στην αντίπαλη γραμμή τέρματος, από την μπάλα και τον
προτελευταίο αντίπαλο. Ένας παίκτης δεν βρίσκεται σε θέση οφσάιντ , αν είναι
στο δικό του μισό του γήπεδο ή αν είναι στην ίδια ευθεία με τον προτελευταίο
αντίπαλο ή με τους δύο τελευταίους αντιπάλους. Δεν αποτελεί παράβαση το να βρίσκεται
ένας παίκτης σε θέση offside.
Ένας παίκτης που βρίσκεται σε θέση offside τιμωρείται μόνο αν, κατά τη στιγμή που η μπάλα
αγγίζεται ή παίζεται από έναν συμπαίχτη του, κατά τη γνώμη του διαιτητή,
συμμετέχει ενεργά στο παιχνίδι παρεμβαίνοντας στο παιχνίδι ή σε αντίπαλο ή
αποκομίζει πλεονέκτημα με το να είναι σε αυτή τη θέση. Δεν υπάρχει καμία
παράβαση οφσάιντ , αν ένας παίκτης παίρνει την μπάλα απευθείας από τέρματος
λάκτισμα, ένα πλάγιο άουτ ή κόρνερ.
Η
απόφαση του Διεθνούς Ποδοσφαιρικού Συμβουλίου επισημαίνει ότι το offside δεν θα πρέπει να κριθεί όταν ο
παίκτης παίρνει την μπάλα, αλλά όταν η μπάλα έχει μεταβιβαστεί από έναν
συμπαίχτη του. Ένας παίκτης που δεν είναι offside όταν o συμπαίχτης του μεταβιβάζει τη μπάλα, δεν τιμωρείται εάν τρέχει μπροστά,
ενώ η μπάλα είναι στον αέρα. Τη στιγμή που η μπάλα μεταβιβάζεται, είναι πολύ
πιθανό όλοι οι παίκτες να μετακινηθούν και να αλλάξει η αρχική τους θέση. Αν
ένας παίκτης είναι πάνω από έξι μέτρα μακριά από τον Διαιτητή και ένας άλλος
κοντύτερα από έξι μέτρα, τότε χρειάζεται εκ νέου προσαρμογή του ματιού. Αυτό
απαιτεί περισσότερο χρόνο και αυξάνονται οι πιθανότητες σφάλματος: Ο λανθάνων
χρόνος της προσαρμογής είναι 360ms και ο χρόνος που απαιτείται για την αλλαγή της εστίασης από
μακριά σε κοντά είναι 640ms (λαμβάνοντας υπόψη ότι η αλλαγή από κοντά σε μακριά απαιτεί 560ms).
Δεδομένου
ότι τις περισσότερες φορές σε μια φάση συμμετέχουν πάνων από τέσσερις παίκτες,
εστιάζοντας σε όλους αυτούς απαιτεί περισσότερο χρόνο και αυξάνεται έτσι η
πιθανότητα λάθους. Είναι σαφές ότι η αλλαγή θέσης είναι πιο σημαντική όταν οι
αμυντικοί και επιθετικοί παίκτες είναι σε μια οριακή θέση - δηλαδή, σχεδόν στην
ίδια ευθεία – έστω και μια μικρή διαφορά στη θέση τους μπορεί να κάνει την
διαφορά.
Το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα δυναμικό, όπου οι παίκτες κινούνται γρήγορα
και σε όλο το χώρο του γηπέδου. Αν υποθέσουμε ότι ένας μέσος παίκτης τρέχει με
ταχύτητα 7,14 m/s ( ισοδύναμη με την εκτέλεση 100 μέτρα σε 14 δευτερόλεπτα), σε
100ms θα κινηθεί κατά 71 εκατοστά. Εάν κινείται σε κατεύθυνση αντίθετη προς το
αμυντικό παίκτη, η σχετική αλλαγή της θέσης μεταξύ των δύο θα είναι ακόμη
μεγαλύτερη (εικόνα 2α - 2β).
Εικόνα 2α: Ο παίκτης τη στιγμή της μεταβίβασης της μπαλας
Ο ανταγωνισμός στα περισσότερα πρωταθλήματα είναι σκληρός, και όταν οι
διαιτητές παίρνουν λάθος αποφάσεις, οι συνέπειες μπορεί να είναι εκτεταμένες.
Οι περισσότεροι κανόνες στο ποδόσφαιρο είναι απλοί και εφαρμόζονται σχεδόν
πάντοτε σωστά, ενώ σε άλλους είναι πιο εύκολο να γίνουν εσφαλμένες εκτιμήσεις.
Ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους κανόνες είναι το offside. Μια θέση offside από έναν από τους επιθετικούς παίκτες τιμωρείται
με έμμεσο ελεύθερο λάκτισμα υπέρ της αμυνόμενης ομάδας, και ταυτόχρονα
τελειώνει μια προσπάθεια των επιθετικών να σκοράρουν. Έτσι, όταν ένας παίκτης
τιμωρείται λανθασμένα σε θέση offside ή αντίθετα λανθασμένα δεν τιμωρείται σε θέση offside, μια ομάδα μπορεί να στερηθεί ένα γκολ ή να
σκοράρει.
Μερικές είναι προφανές ότι ένας διαιτητής έχει λανθασμένη εκτίμηση για την
θέση των παικτών και αδικεί μία ομάδα. Αλλά γιατί συμβαίνει αυτό; Για να
εφαρμόσει σωστά τον κανονισμό του offside, ο διαιτητής θα πρέπει να είναι σε θέση να κρατήσει στο οπτικό του πεδίου
τουλάχιστον πέντε αντικείμενα συγχρόνως (τους δύο τελευταίους αμυντικούς, την
μπάλα, τον επιθετικό που μεταβιβάζει την μπάλα και τον επιθετικό που περιμένει
την μπάλα) κάτι το οποίο μπορεί να μην είναι συμβατό με την φυσιολογική
λειτουργία του ματιού – ειδικά όταν αυτά τα πέντε αντικείμενα μπορεί να είναι
οπουδήποτε μέσα στο μισό του γηπέδου που ανήκει στην αμυνόμενη ομάδα, μια
έκταση τουλάχιστον 3200 m2.
Αυτό μπορεί να εξηγήσει τουλάχιστον μερικές περιπτώσεις, όπου οι
επαναλήψεις της φάσης σε τηλεοπτικά παιχνίδια δείχνουν ξεκάθαρα ότι ο κανόνας
του offside δεν
εφαρμόστηκε σωστά. Το σημείο «κλειδί» για την σωστή εφαρμογή του
κανονισμού είναι ότι ο παίκτης πρέπει να είσαι σε θέση offside κατά τη στιγμή που η μπάλα
αγγίζεται ή μεταβιβάζεται από έναν συμπαίχτη προς αυτόν και όχι όταν ο παίκτης
παίρνει την μπάλα ή η μπάλα «ταξιδεύει» ανάμεσα σε άλλους παίχτες στο έδαφος ή
τον αέρα.
Τα κυριότερα σημεία περιληπικά
1. Για να εφαρμοστεί ο κανόνας του offside σωστά σε ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου, ο
διαιτητής πρέπει να είναι σε θέση να κρατήσει το οπτικό του πεδίο, τουλάχιστον
πέντε αντικείμενα ταυτόχρονα - δύο παίκτες της επιτιθέμενης ομάδας, τους δύο τελευταίους
παίκτες της αμυνόμενης ομάδας και τη μπάλα.
2. Κάτι το οποίο είναι πέρα από τις ικανότητες
του ανθρώπινου ματιού, και αυτό εξηγεί γιατί πολλές αποφάσεις offside είναι αμφιλεγόμενες.
3. Η χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας, όπως το
πάγωμα καρέ-καρέ της τηλεόρασης για να βοηθήσει τις αποφάσεις των διαιτητών, είναι
απαραίτητη για τον κανόνα offside για να είμαστε σίγουροι ότι εφαρμόζεται σωστά.
4. Αναλύοντας την φυσιολογία των κινήσεων των
ματιών που ενδέχεται να γίνονται για να κριθεί αν ένας παίκτης είναι ή όχι σε θέση
offside, έχει αποδειχτεί ότι
η σχετική θέση τεσσάρων ποδοσφαιριστών και της μπάλας δεν είναι δυνατόν να
εκτιμηθεί ταυτόχρονα από έναν διαιτητή και αναπόφευκτα θα γίνουν λάθη, για τον
περιορισμό των οποίων είναι απαραίτητη η χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας.
Βιβλιογραφία
1.
Burde RM. Control de los movimientos de los ojos. In:
Moses R, ed. Fisiología del ojo de Adler. 8th ed. Buenos
Aires: Panamericana, 1988:
122-54.
2.
Maños Pujol M. Fisiología del sistema sacádico. In:
Gavilán C, Gavilán J eds. Fisiología y
fisiopatología del sistema óculomotor. Madrid:
Garsi, 1987: 43-53.
3.
Gavilán J, Gavilán C, Sarriá MJ. Saccadic movements: a
computerized study of their velocity and latency. Acta Otolaryngol 1983;96: 429-36.
4.
Leigh RJ, Zee DS. The saccadic system. In: Leigh RJ, Zee
DS, eds. The neurology of the eye movements. Philadelphia: FA Davis, 1983: 39-68.
5.
Shickman GM. Funciones visuales que dependen del
tiempo. In: Moses R, ed. Fisiología del ojo de
Adler. 8th ed. Buenos Aires: Panamericana, 1988: 591-633.
6.
Schmidt D, Abel LA, DelĺOsso LF, Daroff RB. Saccadic
velocity characteristics. Intrinsic variability and fatigue. Aviat Space Environ Med 1979;50: 393.
7.
Schalén L, Pyykkö I, Juhola M, Magnusson M, Jänti V,
Henriksson N. Intraindividual variation in oculomotor performance in man. Acta Otolaryngol 1984;406(suppl): 212-7.
8. Gavilán C, Gavilán J. Fisiología y fisiopatología del sistema óculomotor. Madrid:
Garsi, 1987: 56-66.
9.
Moses RA. Acomodación. In: Fisiología
del ojo de Adler. 8th ed. Buenos Aires: Panamericana, 1988: 285-302.
10.
Olivós Arroyo R. Teoría del
fútbol. Seville:
Wanceulen, 1992.
11.
International Football Association Board. Laws of the game. Zurich:
Fédération Internationale de Football Association (FIFA), 2003: 24.
Για το πρωτότυπο άρθρο, πατήστε εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Το "Εν Σώματι Υγιεί" δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.