Ψυχοθεραπεία σε Άτομα με Αναπηρία (και των οικείων τους)
Το
θέμα αυτού του άρθρου είναι το πως οι διάφορες μορφές ψυχοθεραπείας
(ατομική, ομαδική, οικογενειακή) μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα με
αναπηρίες και την οικογένειά τους, να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες με
τρόπο αποτελεσματικό και ουσιαστικό. Οι θεραπευτικοί παράγοντες που
εμπλέκονται στην ατομική ψυχοθεραπεία, είναι η συνειδητοποίηση του
εαυτού, η κάθαρση, η ενδοσκόπηση, η ανάλυση των μηχανισμών άμυνας και
πάνω από όλα η επεξεργασία γεγονότων, συναισθημάτων και σχέσεων....
Στην
ομαδική ψυχοθεραπεία συναντούμε και άλλους θεραπευτικούς παράγοντες που συνδέονται με την ομαδική διαδικασία, όπως η κινητοποίηση, η ενεργή
συμμετοχή, η κοινωνική αλληλεπίδραση, η στήριξη και η επικοινωνία. Μεγάλη
σημασία για την θεραπευτική διαδικασία έχει η φύση της επικοινωνίας και
η χρήση αυτής στις ανθρώπινες σχέσεις. Η επικοινωνία, σύμφωνα με τον
Foulkes (Foulkes, & Anthony, 1973), μπορεί να είναι λεκτική ή μη
λεκτική, συνειδητή ή ασυνείδητη. Όποια μορφή όμως κι εάν παίρνει είναι
το βασικό εργαλείο της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας. Μέσω της
επικοινωνίας οι άνθρωποι συνειδητοποιούν πόσα κοινά πράγματα έχουν
μεταξύ τους αλλά, και πόσο διαφέρουν ως μοναδικές προσωπικότητες που
είναι. Επιπλέον, η ανάλυση των συμβαινόμενων δίνεται με έμφαση στο
"εδώ και τώρα". Ο θεραπευτής συμμετέχει ενεργά με σκοπό την καλύτερη
λειτουργία της θεραπευτικής διαδικασίας. Σε αυτήν την διαδικασία, παλιές
υπάρχουσες διαθέσεις, στις οποίες το άτομο έχει εγκλωβισθεί, μπορούν να
επαναληφθούν, αναβιωθούν και συνειδητοποιηθούν. Αυτή είναι μία
συναισθηματική εμπειρία που, μέσω της διόρθωσης, αναδύει καινούργιες
δημιουργικές λύσεις για τα ίδια προβλήματα και δυσκολίες. Μέσω του καλού
χειρισμού του θεραπευτή, το άτομο συμμετέχει ενεργά προς τις
θεραπευτικές αλλαγές.
- Στην κινητοποίηση - χρησιμοποίηση του υγιούς μέρους του Εγώ του θεραπευόμενου καθώς και στην παράκαμψη και συρρίκνωση των ρόλων,
- Στην κυρίως επαναδομητική διεργασία με το ανάπηρο μέρος του Εγώ,
- Στη μονιμοποίηση - σταθεροποίηση της θεραπείας, δηλαδή της αλλαγής.
Η κινητοποίηση του υγιούς μέρους του Εγώ είναι σημαντική για την εξέλιξη της θεραπευτικής διαδικασίας αλλά και για το τελικό θεραπευτικό αποτέλεσμα. Γι' αυτό και αποτελεί πρωταρχικό στόχο μέσω των κινήτρων και της υπευθυνότητας. Στα αρχικά στάδια της θεραπείας ζητείται από τον θεραπευόμενο να είναι συνεπής στις προκαθορισμένες συναντήσεις ή εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορεί να έρθει, να ειδοποιεί. Ταυτόχρονα, απαιτείται να είναι υπεύθυνος με τις οικονομικές του υποχρεώσεις, υπενθυμίζοντας του ότι, παρά το ότι πάσχει, δεν έχει πάψει να θεωρείται υπεύθυνο άτομο. Η παράκαμψη, αρχικά, και η συρρίκνωση, εν συνεχεία, των διαφόρων ρόλων είναι κυριαρχικό μέλημα των θεραπευομένων, καθώς δύσκολα δέχονται να χάσουν τα δευτερογενή οφέλη που συνεπάγονται και παρέχονται από την "ιδιότητα του αρρώστου". Στο πλαίσιο της θεραπείας, το άτομο είναι άλλοτε ανήλικος, άλλοτε ενήλικος και άλλοτε συνομήλικος. Η εναλλαγή αυτή των επιπέδων των ρόλων τον βοηθά στο να γίνει ευέλικτος στους ρόλους που καλείται να έχει στην καθημερινή του ζωή και, έτσι, να μην μένει προσκολλημένος, μόνο, στο ρόλο του αρρώστου.
Η επαναδομητική διεργασία με το ανάπηρο μέρος του Εγώ επιτυγχάνεται με τη θεραπεία να λειτουργεί ως ένα πολυεπίπεδο ψυχοδυναμικό εργαστήριο όπου, σε ένα πρώτο επίπεδο αντιπροσωπεύεται και προβάλλεται η πραγματική κατάσταση του ασθενούς, σ'ένα μέσο, επεξεργάζονται και βιώνονται συμβολικά οι σχέσεις με την οικογένεια και, σ'ένα τρίτο και βαθύτερο επίπεδο, το φαντασιακό, αναβιώνονται τα αρχικά στάδια της δόμησης, της οριοθέτησης και της ανάπτυξης του Εγώ. Μέσα από την λειτουργία των τριών αυτών επιπέδων (πραγματικό, συμβολικό, φαντασιακό) δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες για μία έντονη διορθωτική συναισθηματική εμπειρία όπου, μέσα από αυτήν, το άτομο επαναβιώνει και επουλώνει τις τραυματικές του εμπειρίες. Συνεπώς, με την κινητοποίηση του υγιούς μέρους του Εγώ, σε συνδυασμό με την παράκαμψη των αντιστάσεων που δημιουργεί η υιοθέτηση ρόλων, μπορεί πλέον το άτομο να μπει, ελεύθερα και με λιγότερες συνειδητές αντιστάσεις, στην κύρια διαδικασία της αλλαγής.
Η μονιμοποίηση - σταθεροποίηση των θεραπευτικών αλλαγών, που γίνεται από μόνη της, οφείλεται στη συνεχή εναλλαγή διαφόρων και διαφορετικών (σε ένταση και αντικείμενο) εμπειριών στις οποίες συμμετέχει ο θεραπευόμενος. Η μετατρεπτική διεργασία που έγινε στη διάρκεια της θεραπευτικής εμπειρίας, δηλαδή η εναλλαγή των ρόλων, θα ενσωματωθεί στο Εγώ του, πράγμα αποφασιστικής σημασίας για την ωριμαντική διαδικασία. Συνοπτικά, είναι η ατμόσφαιρα και ο τρόπος του σχετίζεσθαι που τελικά εσωτερικεύονται και που επιφέρουν τις πιο βαθιές αλλαγές στη βασική δομή του εαυτού.
Πώς, όμως, πρακτικά η ψυχοθεραπεία βοηθά τον πάσχοντα και το άμεσο περιβάλλον του;
Από το ξεκίνημα της αναπηρίας, το άτομο περνάει πέντε φάσεις μέχρι να αποδεχθεί την κατάστασή του. Οι φάσεις αυτές είναι: άρνηση και απομόνωση, θυμός, παζάρεμα, απογοήτευση και, τέλος, αποδοχή (Kό bler-Ross, 1970). Στην αρχή, το άτομο δεν μπορεί να πιστέψει ότι είναι δυνατόν να συμβαίνει σε εκείνον κάτι τέτοιο και κατόπιν, θυμώνει κι αναρωτιέται "γιατί έτυχε σε αυτόν". Μετά παζαρεύει. Όπως για παράδειγμα τα μικρά παιδιά, που όταν δεν τους δίνεται κάτι που θέλουν, μη αποδεχόμενα το "όχι", ζητούν το ίδιο πράγμα να τους δοθεί ως χάρη, υποσχόμενα ότι θα είναι φρόνιμα. Όσο τώρα, το άτομο νοιώθει ότι δεν του γίνεται η χάρη, απογοητεύεται και μελαγχολεί, έως ότου, αποδεχθεί την ασθένεια και αρχίσει να δραστηριοποιείται αναδιοργανώνοντας την ζωή του σύμφωνα με τα καινούργια δεδομένα.
Από την εμπειρία μου, η ψυχοθεραπεία, είτε σε ατομική, είτε σε ομαδική, είτε σε οικογενειακή βάση συντελεί ώστε, σε σύντομο χρονικό διάστημα και με τρόπο λειτουργικό, το άτομο να αποδεχθεί την καινούργια κατάσταση και να ζήσει στο έπακρον, εκμεταλλευόμενο τις δυνατότητες του.
Από το ξεκίνημα της αναπηρίας, το άτομο περνάει πέντε φάσεις μέχρι να αποδεχθεί την κατάστασή του. Οι φάσεις αυτές είναι: άρνηση και απομόνωση, θυμός, παζάρεμα, απογοήτευση και, τέλος, αποδοχή (Kό bler-Ross, 1970). Στην αρχή, το άτομο δεν μπορεί να πιστέψει ότι είναι δυνατόν να συμβαίνει σε εκείνον κάτι τέτοιο και κατόπιν, θυμώνει κι αναρωτιέται "γιατί έτυχε σε αυτόν". Μετά παζαρεύει. Όπως για παράδειγμα τα μικρά παιδιά, που όταν δεν τους δίνεται κάτι που θέλουν, μη αποδεχόμενα το "όχι", ζητούν το ίδιο πράγμα να τους δοθεί ως χάρη, υποσχόμενα ότι θα είναι φρόνιμα. Όσο τώρα, το άτομο νοιώθει ότι δεν του γίνεται η χάρη, απογοητεύεται και μελαγχολεί, έως ότου, αποδεχθεί την ασθένεια και αρχίσει να δραστηριοποιείται αναδιοργανώνοντας την ζωή του σύμφωνα με τα καινούργια δεδομένα.
Από την εμπειρία μου, η ψυχοθεραπεία, είτε σε ατομική, είτε σε ομαδική, είτε σε οικογενειακή βάση συντελεί ώστε, σε σύντομο χρονικό διάστημα και με τρόπο λειτουργικό, το άτομο να αποδεχθεί την καινούργια κατάσταση και να ζήσει στο έπακρον, εκμεταλλευόμενο τις δυνατότητες του.
Στην ατομική
θεραπεία το άτομο επεξεργάζεται κυρίως την σχέση με τον εαυτόν του,
ενδυναμώνοντας το υπολειπόμενο δυναμικό του. Μαθαίνει να κινητοποιεί το
υγιές μέρος του Εγώ και να μην σχετίζεται μέσω του αναπήρου μέρους του
Εγώ, δηλαδή, μέσω του ρόλου του αρρώστου. Για να επιτευχθεί το παραπάνω,
χρειάζεται να επαναδομήσει την σχέση του με το μη υγιές μέρος του Εγώ.
Αυτό επιτυγχάνεται με την ανάλυση και εναλλαγή του φαντασιακού,
συμβολικού και πραγματικού επιπέδου. Έτσι, το άτομο αποδέχεται την
πραγματικότητα με τρόπο δυναμικό: ανακαλύπτει τα όριά του και τις
ικανότητές του, προσαρμόζοντάς τα στη καινούργια κατάσταση, μη
καταθέτοντας τα όπλα. Το όσο περισσότερο νοιώθει ότι μπορεί και τα
καταφέρνει του δίνει μεγαλύτερη ενέργεια, αισθάνεται πιο σίγουρος για
τον εαυτόν του και, έτσι, ωθείται στο να κάνει ακόμα περισσότερα
πράγματα.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, στην ατομική θεραπεία ο ασθενής εξετάζει, κυρίως την σχέση με τον εαυτόν του και με την πραγματικότητα, χωρίς όμως, να αφήνει παράμερα τις σχέσεις του με τους άλλους, πράγμα που επεξεργάζεται στην ομαδική θεραπεία εκτενέστερα. Οι ομάδες απαρτίζονται από αναπήρους και λειτουργούν με θεραπευτικό και υποστηρικτικό σκοπό. Όμως, και ως μέλος μιας τέτοιας ομάδας έχει τη δυνατότητα ο ασθενής να επεξεργασθεί τη σχέση με τον εαυτόν του, μιλώντας για τα συναισθήματά του και τη σχέση του με την πραγματικότητα, ακούγοντας τα υπόλοιπα μέλη να μιλούν για τις δικές τους δυσκολίες. Από την άλλη, βλέπει, όχι μόνο ότι δεν είναι μόνος του, αλλά, ότι υπάρχουν κι άλλοι που νοιώθουν όπως εκείνος. Κάτι τέτοιο δρα ανακουφιστικά. Εν τω μεταξύ, η ώθηση για δραστηριοποίηση δίνεται με το παράδειγμα και την παρακίνηση των άλλων μελών: ο ασθενής σκέφτεται ότι "εάν ο τάδε τα καταφέρνει, μπορώ κι εγώ". Συνάμα, μέσα σε αυτές τις ομάδες τα μέλη μαθαίνουν να σχετίζονται με ουσιαστικό και αυθεντικό τρόπο. Όπως είναι γνωστό, όλοι μας ακολουθούμε ένα μοτίβο συμπεριφοράς στις σχέσεις μας με τους γύρω, που έχει επηρεασθεί από τις πρωταρχικές σχέσεις με τους γονείς μας και πολλές φορές δεν είναι λειτουργικό. Οι ομάδες, με το ασφαλές πλαίσιο που παρέχουν, δίνουν την ευκαιρία στο άτομο -μέσω των εντόνων σχέσεων που δημιουργούνται με τα υπόλοιπα μέλη και τον θεραπευτή- να επεξεργασθεί το μέχρι τώρα μοτίβο που ακολουθούσε και να μάθει καινούργιους, αυθεντικότερους και ουσιαστικότερους τρόπους για να σχετίζεται.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, στην ατομική θεραπεία ο ασθενής εξετάζει, κυρίως την σχέση με τον εαυτόν του και με την πραγματικότητα, χωρίς όμως, να αφήνει παράμερα τις σχέσεις του με τους άλλους, πράγμα που επεξεργάζεται στην ομαδική θεραπεία εκτενέστερα. Οι ομάδες απαρτίζονται από αναπήρους και λειτουργούν με θεραπευτικό και υποστηρικτικό σκοπό. Όμως, και ως μέλος μιας τέτοιας ομάδας έχει τη δυνατότητα ο ασθενής να επεξεργασθεί τη σχέση με τον εαυτόν του, μιλώντας για τα συναισθήματά του και τη σχέση του με την πραγματικότητα, ακούγοντας τα υπόλοιπα μέλη να μιλούν για τις δικές τους δυσκολίες. Από την άλλη, βλέπει, όχι μόνο ότι δεν είναι μόνος του, αλλά, ότι υπάρχουν κι άλλοι που νοιώθουν όπως εκείνος. Κάτι τέτοιο δρα ανακουφιστικά. Εν τω μεταξύ, η ώθηση για δραστηριοποίηση δίνεται με το παράδειγμα και την παρακίνηση των άλλων μελών: ο ασθενής σκέφτεται ότι "εάν ο τάδε τα καταφέρνει, μπορώ κι εγώ". Συνάμα, μέσα σε αυτές τις ομάδες τα μέλη μαθαίνουν να σχετίζονται με ουσιαστικό και αυθεντικό τρόπο. Όπως είναι γνωστό, όλοι μας ακολουθούμε ένα μοτίβο συμπεριφοράς στις σχέσεις μας με τους γύρω, που έχει επηρεασθεί από τις πρωταρχικές σχέσεις με τους γονείς μας και πολλές φορές δεν είναι λειτουργικό. Οι ομάδες, με το ασφαλές πλαίσιο που παρέχουν, δίνουν την ευκαιρία στο άτομο -μέσω των εντόνων σχέσεων που δημιουργούνται με τα υπόλοιπα μέλη και τον θεραπευτή- να επεξεργασθεί το μέχρι τώρα μοτίβο που ακολουθούσε και να μάθει καινούργιους, αυθεντικότερους και ουσιαστικότερους τρόπους για να σχετίζεται.
Σημαντικό ρόλο, επίσης, στη ζωή του ασθενή παίζει η
οικογένειά του και οι αντιδράσεις της στην αναπηρία. Η οικογενειακή
θεραπεία βοηθά τον ασθενή αλλά και τον οικογενειακό του περίγυρο να
επεξεργασθούν τα συναισθήματά τους και τις μέχρι τώρα σχέσεις τους, έτσι
ώστε, να εκτονώσουν τις ήδη υπάρχουσες εντάσεις και να
επανατοποθετήσουν τις σχέσεις τους σε ένα καινούργιο επίπεδο. Μέχρι τώρα
ασχοληθήκαμε με τον ασθενή και τα συναισθήματά του απέναντι στην
αναπηρία. Σημαντικές όμως δυσκολίες περνούν και τα μέλη της οικογένειάς
του προσπαθώντας κι αυτά να προσαρμοσθούν. Συχνά νοιώθουν ενοχές για την
κούραση που αισθάνονται χωρίς να τολμούν να το πουν σε κανένα, καθώς,
πρωταρχικό ρόλο παίζει η φροντίδα του ασθενή. Από την άλλη, η πάθηση
ενός κοντινού μας προσώπου ανακινεί πολλά δικά μας συναισθήματα για την
σχέση που έχουμε εμείς με τις ασθένειες. Όλα αυτά συζητούνται ανοικτά
στις θεραπευτικές ομάδες οικογένειας με σκοπό να βρεθούν λύσεις που αφ'
ενός δεν θα βαραίνουν κανένα μέλος, αφ' ετέρου η οικογένεια να μπορεί να
λειτουργήσει υποστηρικτικά προς τον ασθενή.
Μία επέκταση της
οικογενειακής θεραπείας είναι ομάδες που απαρτίζονται μόνο από
οικογένειες ή από μέλη οικογενειών χωρίς τους ασθενείς. Σκοπός των
ομάδων αυτών είναι η απενοχοποίηση και η στήριξη των οικογενειών. Στις
ομάδες αυτές τα μέλη νοιώθουν ότι έχουν κι αυτά ένα χώρο για να μιλήσουν
για οτιδήποτε τους δυσκολεύει, κουράζει, αγχώνει και στενοχωρεί.
Επίσης, βλέπουν πώς νοιώθουν άλλοι που αντιμετωπίζουν τα ίδια, είτε
πρακτικά, είτε συναισθηματικά προβλήματα. Λύσεις υπάρχουν και μπορούν να
αναζητηθούν.
Εν κατακλείδι, σύμφωνα με τις ψυχοθεραπευτικές
αρχές, ο θεραπευόμενος αλλάζει και προσαρμόζεται στις καινούργιες
καταστάσεις με τρόπο λειτουργικό: κινητοποιεί το υγιές μέρος του
ψυχισμού του, επαναδομεί τη σχέση του με το ανάπηρο μέρος του Εγώ του
και μονιμοποιεί τις αλλαγές. Είναι σημαντικό ότι την θεραπευτική
διεργασία της ψυχικής του εικόνας μπορεί να την παραλληλίσει με την
θεραπευτική διεργασία της σωματικής του εικόνας. Δηλαδή, όπως στο ψυχικό
του κόσμο συσχετίζεται με το υγιές και αποφεύγει το δυσλειτουργικό,
έτσι και στο φυσικό του κόσμο μαθαίνει να λειτουργεί και να ενισχύει το
υπολειπόμενο δυναμικό του αντί να εστιάζεται στο χαμένο και το ελλιπές. Η
επεξεργασία του ψυχισμού του σε συνδυασμό με το σώμα του είναι αυτή
που, εν τέλει, θα τον βοηθήσει να αποδεχθεί και, μετά, να προσαρμοσθεί
στα καινούργια δεδομένα, με τρόπο δυναμικό και εξελίξιμο, έτσι ώστε, να
μπορέσει να ζήσει βαθιά και ουσιαστικά, παρά τις οποιεσδήποτε δυσκολίες.
Βιβλιογραφία:
- Foulkes, S.H., & Anthony, E.J. (1973). Group Psychotherapy: the Psychoanalytic Approach. New York: Penguin Press
- Kό bler-Ross, E. (1970). On Death and Dying. New York: Collier Books
Πηγη: www.disabled.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Το "Εν Σώματι Υγιεί" δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.