Αυτό το άρθρο είναι λόγο διαφορετικό από ότι έχουμε συνηθίσει να ανεβάζουμε, αλλα το θέμα είναι εξίσου σημαντικού για όλους όσους έχουν παιδιά ή δουλεύουν με παιδιά (εκπαιδευτικοί και προπονητές)
Παιδικές Φοβίες και Αντιμετώπιση
Ο φόβος είναι μια φυσιολογική αντίδραση προσαρμογής απέναντι σε γεγονότα,
που απειλούν την προσωπική ασφάλεια του ατόμου, μια αντίδραση απέναντι σε
κάποιον πραγματικό ή φανταστικό κίνδυνο. Ο φόβος οδηγεί αμέσως τον οργανισμό σε
δράση ενεργοποιώντας τους ομοιοστατικούς και προσαρμοστικούς του μηχανισμούς,
για να αποφύγει έτσι, τον κίνδυνο ή την
απειλή.
Χαρακτηριστικές αντιδράσεις του φόβου, σύμφωνα με μελέτες ειδικών ψυχολόγων,
είναι η τάση για φυγή, για απομάκρυνση από την πηγή του φόβου, η ταχυκαρδία, τα
ρίγη, η τρεμούλα, οι στομαχικές ανωμαλίες, η ξηρότητα του στόματος, η εφίδρωση
των χεριών και ποικίλες άλλες αντιδράσεις. Υπάρχουν όμως άνθρωποι που νιώθουν
το αγωνιώδες αυτό συναίσθημα πολύ πιο συχνά, σε βαθμό μάλιστα που να μην τους
επιτρέπει να ζουν και να λειτουργούν όπως οι υπόλοιποι άνθρωποι. Οι άνθρωποι
αυτοί πάσχουν από φοβίες, μία ασθένεια η οποία προκαλείται από το υπερβολικό
άγχος. Οι φοβίες προσβάλλουν το 10% του γενικού πληθυσμού με μεγαλύτερη
αναλογία (2:1) στις γυναίκες από ότι στους άντρες και εμφανίζονται κυρίως από
την παιδική ηλικία ως την πρώιμη ενήλικη ζωή.
Τι είναι οι φοβίες;
Ο φόβος αποτελεί μια
φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού μπροστά σε έναν συγκεκριμένο κίνδυνο.
Είναι μια συναισθηματική κατάσταση που κινητοποιεί τον οργανισμό ώστε να
αποφύγει ή να καταπολεμήσει μια εξωτερική απειλή. Αντίθετα, η φοβία είναι ένας υπέρμετρος
και υπερβολικός φόβος, ο οποίος προκύπτει από την παρουσία ή την αίσθηση της
παρουσίας ενός συγκεκριμένου αντικειμένου, κατάστασης ή συνθήκης. Ο ασθενής
γνωρίζει ότι τα φοβογόνα αντικείμενα ή συνθήκες δε συνιστούν πραγματικό κίνδυνο
ή απειλή και αποτιμά ότι οι αντιδράσεις του είναι υπερβολικές.
Συμπτώματα
Τα άτομα που πάσχουν από
φοβικές διαταραχές κυριεύονται από έντονο άγχος, το οποίο εκδηλώνεται όταν
εκτεθούν στη φοβογόνο κατάσταση. Συχνό φαινόμενο είναι να παρουσιάσουν
συμπτώματα κρίσεως πανικού (ταχυκαρδία, εφίδρωση, τρόμο κλπ). Πολύ συχνά τα
άτομα αυτά καταφεύγουν στο αλκοόλ και στις ουσίες προκειμένου να ανακουφίσουν ή
να τιθασεύσουν το άγχος που τους καταβάλλει. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός
ότι το 30% των ασθενών με φοβίες παρουσιάζουν συμπτώματα κατάθλιψης.
Είδη φοβιών
Λαμβάνοντας ως κριτήριο το
φοβογόνο αντικείμενο ή κατάσταση, οι φοβίες διακρίνονται στις ειδικές (π.χ.
ζωοφοβία, υψοφοβία, αιματοφοβία κ.α.) και σε φοβίες κοινωνικού χαρακτήρα (π.χ.
αγοραφοβία, κλειστοφοβία, σχολική φοβία κ.α.).
Αντιμετώπιση
Οι φοβίες, όπως και οι
περισσότερες ψυχολογικές διαταραχές, μπορούν να αντιμετωπιστούν και να
θεραπευθούν. Η θεραπεία περιλαμβάνει τεχνικές αυτοελέγχου του άγχους, ασκήσεις
χαλάρωσης και γνωσιακού-συμπεριφοριστικού τύπου και τεχνικές που το κύριο
στοιχείο τους είναι η θεραπεία της έκθεσης. Εκτός από προαναφερθείσες τεχνικές,
υπάρχουν και οι ψυχοδυναμικές θεωρίες, που ως στόχο έχουν τη διερεύνηση και
επίλυση τυχών άλυτων συγκρούσεων. Όσων αφορά την θεραπευτική αντιμετώπιση των
φοβιών, χρησιμοποιούνται τρεις κατηγορίες φαρμάκων: οι βενζοδιαζεπίνες, οι
β-αδρενεργικοί αναστολείς και τα αντικαταθλιπτικά.
ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΦΟΒΙΕΣ
Τα παιδιά νιώθουν, όπως και οι ενήλικοι, άγχος.
Καθημερινά καλούνται να αντεπεξέλθουν σε δύσκολες καταστάσεις, να γράψουν
διαγώνισμα, να εμφανισθούν σε πολύ κόσμο, να δώσουν εξετάσεις, να πάνε για πρώτη
φορά στο σχολείο, να μείνουν μόνα τους.
Σε κάθε ηλικία οι φόβοι διαφοροποιούνται:
- Τα βρέφη φοβούνται τους δυνατούς θορύβους ή την απομάκρυνση από τους γονείς.
- Τα παιδιά στη νηπιακή ηλικία φοβούνται τα φαντάσματα, τα τέρατα και το σκοτάδι.
- Τα παιδιά στη σχολική ηλικία έχουν φόβους για το σχολείο, τις φυσικές καταστροφές και τους τραυματισμούς.
Τα παιδιά όταν βρίσκονται
αντιμέτωπα με τα αντικείμενα που φοβούνται μπορεί να μην θέλουν να κοιμηθούν
μόνα τους και να αποφεύγουν καταστάσεις που νομίζουν ότι θα εκτεθούν στο
αντικείμενο ή την κατάσταση που φοβούνται. Όταν τα παιδιά έχουν άγχος και φόβο μπορεί να
μην είναι σε θέση να το εκφράσουν λεκτικά όμως έχουν αρκετά σωματικά συμπτώματα
που το υποδηλώνουν. Έτσι παραπονιούνται για:
- πόνο στην κοιλιά
- εφίδρωση
- ταχυπαλμία
- τρόμο
- ζάλη
- δεν θέλουν να πάνε στο σχολείο ή σε καταστάσεις που ξέρουν ότι φοβούνται
- επιζητούν επίμονα την παρουσία του γονιού.
Καθώς τα παιδιά μπαίνουν στην εφηβεία μπορεί να
είναι πιο εύκολο να εκφράσουν τους φόβους τους με λέξεις αλλά πάλι δεν είναι
σπάνιο να το κρύβουν και να μην εκφράζονται. Όλοι αυτοί οι φόβοι θεωρούνται
φυσιολογικοί για το κάθε ηλικιακό στάδιο και σταδιακά υποχωρούν καθώς το παιδί
μεγαλώνει και ωριμάζει. Όταν οι φόβοι του παιδιού όμως δεν φαίνεται να
υποχωρούν αλλά επιμένουν και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Όταν λοιπόν, το άγχος και
η ανησυχία του παιδιού είναι γενικευμένη και αρχίζει να αποτελεί εμπόδιο στην
καθημερινή ζωή του παιδιού, τη σχολική του απόδοση και την κοινωνικοποίησή του,
τότε πιθανόν να έχει αναπτύξει κάποια φοβία για συγκεκριμένο αντικείμενο ή
κατάσταση ή κάποια άλλη
αγχώδη διαταραχή. Ορισμένες από τις συχνότερες αγχώδεις διαταραχές που
παρουσιάζουν τα παιδιά είναι:
- Σχολική φοβία
- Κοινωνική φοβία
- Άγχος αποχωρισμού
- Διαταραχή πανικού
- Διαταραχή γενικευμένου άγχους
- Διαταραχή μετατραυματικού στρες.
Σε αυτή την περίπτωση είναι σκόπιμο το παιδί να
ενταχθεί σε κάποια ψυχοθεραπευτική παρέμβαση ώστε να μειωθεί το άγχος του και
να καταφέρει να έχει μία ποιοτική ζωή. Η γνωστική συμπεριφοριστική θεραπεία
βοηθάει τα παιδιά να κατανοήσουν τι συμβαίνει. Για να μειωθούν τα συμπτώματα
του άγχους διερευνάται ο τρόπος σκέψης των παιδιών αλλά και οι συμπεριφορές
αποφυγής που διατηρούν το πρόβλημα και εισάγονται νέοι τρόποι αντιμετώπισης των
καταστάσεων, και αντικατάστασης των δυσλειτουργικών σκέψεων. Παράλληλα μπορεί ο
θεραπευτής να πραγματοποιήσει κάποιες συνεδρίες με τους γονείς ώστε να
κατανοήσουν και οι ίδιοι το πρόβλημα αλλά και να υιοθετήσουν νέες συμπεριφορές
ώστε να ενισχύσουν την προσπάθεια του παιδιού. Ο φόβος ανήκει στα βασικότερα
συναισθήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, Πολλοί γονείς ωστόσο, προσπαθούν να
πείσουν τα παιδιά του να διώξουν το φόβο.
Φόβοι και φοβίες στα παιδιά
Μελέτες ειδικών παιδοψυχολόγων
έδειξαν, ότι μπορούμε να προκαλέσουμε φόβο σε ένα βρέφος, ακόμα και τις πρώτες
ημέρες της ζωής του, προκαλώντας έναν οξύ, δυνατό κρότο πίσω του ή με το να κάνουμε
πως το αφήνουμε να πέσει. Μέχρι την ηλικία των έξι ή των επτά μηνών, το βρέφος
δεν «ανησυχεί», όταν βρίσκεται με ξένα πρόσωπα, αλλά από τον έβδομο μήνα και
μετά αλλάζει στάση απέναντι στους αγνώστους. Το βρέφος μαθαίνει βαθμιαία να
διακρίνει τα οικεία πρόσωπα, όπως τη μητέρα του, από τους αγνώστους. Σε αυτή
την ηλικία εμφανίζεται στα παιδιά ο φόβος του αποχωρισμού από τη μητέρα, ο
οποίος συνοδεύεται και από το φόβο για τα άγνωστα πρόσωπα, αλλά και
από το φόβο της απόρριψης του
παιδιού από την ίδια του την μητέρα.
Αργότερα, οι καταστάσεις, που
προκαλούν φόβο στο παιδί της προσχολικής ηλικίας, είναι κυρίως οι καταστάσεις
εκείνες, που συνδέονται με το συναίσθημα της ανασφάλειας και με τις ανησυχίες
του απέναντι στο άγνωστο και το αναπάντεχο. Τυπικές πηγές φόβου για τα νήπια,
μπορεί να είναι το σκοτάδι, οι ασυνήθεις θόρυβοι, οι καταιγίδες, η θάλασσα, ο
γιατρός, τα άγνωστα πρόσωπα, τα φανταστικά όντα, τα σκυλιά που γαβγίζουν, τα
άγνωστα ζώα.
Καθώς το παιδί μεγαλώνει, οι
φόβοι του μεταβάλλονται, από τους απτούς και συγκεκριμένους, σε αόρατους και
απροσδιόριστους. Παρατηρείται μια αύξηση του αριθμού των φόβων για το
μυστηριώδες, το σκοτάδι, το να μένει το παιδί μόνο του, τους κακούς ανθρώπους,
την απώλεια ή το θάνατο προσφιλών προσώπων ή συγγενών, τα ατυχήματα, τους
τραυματισμούς, το θάνατο και την ασθένεια, την ιατρική θεραπεία, τα νοσοκομεία,
τα ψηλά μέρη, τη γελοιοποίηση και την προσωπική αποτυχία.
Έρευνες ειδικών έχουν δείξει,
ότι τα κορίτσια έχουν περισσότερους φόβους από ό,τι τα αγόρια. Τα ευφυή παιδιά,
επίσης, βιώνουν περισσότερους φόβους. Η διαφορά αυτή μετά το πέμπτο έτος εξαλείφεται. Μετά την
ηλικία των επτά ετών, οι φόβοι αυτοί μειώνονται αισθητά και στο δέκατο έτος
σχεδόν εξαφανίζονται. Μετά το δέκατο έτος οι φόβοι γίνονται πιο ρεαλιστικοί και
αναφέρονται σε θέματα κυρίως της κοινωνικής ζωής, όπως οι διαπροσωπικές σχέσεις,
η σχολική ή η επαγγελματική αποτυχία.
Μελέτες για τους φόβους της
παιδικής ηλικίας δείχνουν, ότι οι φόβοι είναι τόσο συχνοί και τόσο κοινοί, ώστε να
μπορεί να υποστηριχθεί, ότι είναι φυσιολογικό για τα παιδιά στα διάφορα στάδια
της ανάπτυξής τους να φοβούνται το ένα ή το άλλο ερέθισμα. Παρά το γεγονός ότι
ο φόβος, ως έναν βαθμό, είναι κάτι
συνηθισμένο στην παιδική ηλικία, η σοβαρότητα των συγκεκριμένων φοβικών
αντιδράσεων μπορεί να κριθεί μόνο από τις συνέπειες, που έχουν στην καθημερινή
ζωή του παιδιού. Οι περισσότεροι φόβοι είναι παροδικοί και τις περισσότερες
φορές απλώς ταράζουν και αναστατώνουν, ενώ δεν εμποδίζουν καθόλου την ομαλή
ανάπτυξη του παιδιού.
Πως δημιουργούνται όμως οι φόβοι;
Η ανάπτυξη των φόβων, ασφαλώς,
επηρεάζεται από την ιδιοσυγκρασία και τις προσωπικές εμπειρίες του παιδιού
αφενός και αφετέρου από τις περιβαλλοντικές συνθήκες μέσα στις οποίες
εμφανίζονται τα φοβικά ερεθίσματα.
Πηγές δημιουργίας αντιδράσεων
φόβου στα παιδιά μπορούν να είναι: α) η άμεση εμπειρία του παιδιού, για
παράδειγμα, αν ένα παιδί το δάγκωσε ένας σκύλος, είναι πολύ πιθανόν το παιδί
αυτό να φοβάται όλους τους σκύλους, β) η τοποχρονική συνεξάρτηση, δηλαδή το
παιδί μπορεί να εκδηλώνει φόβο προς ένα ερέθισμα, χωρίς ποτέ να έχει δοκιμάσει
επώδυνη εμπειρία με το συγκεκριμένο ερέθισμα, αλλά έχει νιώσει φόβο εξαιτίας
ενός άλλου ερεθίσματος και να νιώθει
φόβο σε κάθε παρόμοια κατάσταση, γ) αποτέλεσμα κοινωνικής μίμησης ενός άλλου
προτύπου, δηλαδή το παιδί να μην αισθάνεται φόβο για ένα ερέθισμα, αλλά όταν
δει κάποιο άλλο άτομο να φοβάται αυτό το ερέθισμα, να μιμηθεί αυτό το άτομο και
να φοβηθεί και το παιδί αυτό το ερέθισμα, το οποίο μέχρι πριν από λίγο δεν
φοβόταν και δ) να είναι αποτέλεσμα μετατόπισης ενός φόβου, που προκαλεί μια
φοβική πραγματική πηγή σε ένα ουδέτερο ερέθισμα, κατά το πρότυπο της
υποκατάστασης του Freud.
Πως να βοηθήσουμε το παιδί να ξεπεράσει τους φόβους του;
Μπορούμε να βοηθήσουμε το παιδί να αναπτύξει
δεξιότητες, με τις οποίες να μπορεί να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά το φοβικό
αντικείμενο ή την φοβική κατάσταση, για παράδειγμα, όταν το παιδί φοβάται το
σκοτάδι μπορεί να έχει ένα φωτάκι νυκτός αναμμένο στο δωμάτιό του ή να έχει
δίπλα στο μαξιλάρι του έναν φακό. Μπορούμε να φέρνουμε το παιδί σταδιακά σε
επαφή και αλληλεπίδραση με το φοβικό αντικείμενο ή να δώσουμε στο παιδί τις
ευκαιρίες να γνωρίσει, βαθμιαία, το φοβικό αντικείμενο ή την φοβική κατάσταση
κάτω από συνθήκες, που το παιδί αισθάνεται απόλυτα ασφαλές. Σε καμία περίπτωση
δεν πρέπει να αγνοούμε τους φόβους του παιδιού, δεν πρέπει να φέρνουμε το παιδί
δια της βίας σε επαφή με το φοβικό αντικείμενο ή να το απομακρύνουμε και ποτέ
δεν πρέπει να χορηγούμε ηρεμιστικά σκευάσματα στο παιδί.
Ενώ ο φόβος είναι το
συναίσθημα της ανησυχίας, που προκαλείται από την ύπαρξη επικείμενου κινδύνου,
η φοβία είναι ο επίμονος υπερβολικός και αδικαιολόγητος φόβος, που συνδέεται με
ένα αντικείμενο ή κατάσταση, που αντικειμενικά δεν είναι σπουδαία πηγή
κινδύνου. Η ανησυχία στη φοβία εξαλείφεται, όταν το φοβογόνο ερέθισμα αποσυρθεί
ή όταν το άτομο αποφύγει να έρθει σε επαφή με τη φοβογόνο κατάσταση. Έχουν
καταγραφεί περισσότερα από διακόσια είδη φοβιών. Μερικά από τα πιο γνωστά είδη
φοβιών είναι η κλειστοφοβία, η υψοφοβία, η ακροφοβία, η αγοραφοβία, η
ξενοφοβία, η νυκτοφοβία, η
μικροβιοφοβία, η πυροφοβία, η ζωοφοβία, η αραχνοφοβία, η σχολιοφοβία.
Τα παιδιά μπορεί παρουσιάσουν
φοβίες σε όλες τις ηλικίες. Μια από τις πιο συνηθισμένες φοβίες είναι η
σχολιοφοβία, δηλαδή η άρνηση του παιδιού να πάει σχολείο εξαιτίας ενός
φανταστικού φόβου, ο οποίος συνδυάζεται με κάποιες πτυχές της σχολικής ζωής. Οι
φοβίες, όπως και οι φόβοι εμφανίζονται πιο συχνά στα κορίτσια από ότι στα
αγόρια.
Πως αρχίζει μια φοβία;
Η πρώτη της εμφάνιση μπορεί να είναι δραματικά
ξαφνική, δηλαδή να αρχίσει με μια ψυχοκατακλυσμιαία εμπειρία άγχους ή μπορεί να
εξελιχθεί σιγά - σιγά και ύπουλα. Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί η φοβία να
προαναγγέλλεται από μεμονωμένες κρίσεις πανικού ή από πολύ περιορισμένα,
βραχείας διάρκειας, επεισόδια άγχους. Μια έντονη αρχική φοβική αντίδραση μπορεί
να γίνει περισσότερο σοβαρή, καθώς περνάει ο χρόνος, ακόμη και αν τα γεγονότα,
που προκαλούν φόβο δεν επαναλαμβάνονται.
Συναφείς προς τις εκδηλώσεις
φόβου είναι και οι αντιδράσεις άγχους. Η κύρια διαφορά ανάμεσα στο φόβο και στο
άγχος είναι, ότι ο φόβος είναι μια σφοδρή και έντονη αντίδραση, η οποία
προκαλείται από ένα συγκεκριμένο πραγματικό ερέθισμα, ενώ το άγχος είναι ένα
γενικευμένο συναίσθημα και συνδέεται κυρίως με αναμενόμενο κίνδυνο, που θα
μπορούσε να προκύψει. Το απλό άγχος και ο φόβος είναι φυσιολογικά ανθρώπινα
συναισθήματα και εκδηλώνονται, όταν το άτομο αντιμετωπίζει πιεστικές καταστάσεις.
Το άγχος διαφέρει και από τη φοβία, επειδή είναι μια ηπιότερη κατάσταση
ανησυχίας και διαρκεί πολύ περισσότερο χρόνο από ό,τι η φοβία.
Το παιδί από τον έβδομο μήνα
της ζωής του, αναπτύσσει έναν ισχυρό συναισθηματικό δεσμό με τη μητέρα του. Το
φαινόμενο αυτό λέγεται πρόσκληση του παιδιού στο μητρικό πρόσωπο. Απόρροια
αυτής της προσκόλλησης είναι ότι το παιδί νιώθει έντονο το άγχος του
αποχωρισμού από τη μητέρα, δηλαδή φοβάται μήπως η μητέρα του το εγκαταλείψει
και φύγει. Ταυτόχρονα εμφανίζεται και το άγχος προς τα ξένα πρόσωπα. Το άγχος
αυτό κορυφώνεται μεταξύ του δέκατου τρίτου και του δέκατου όγδοου μήνα και
υποχωρεί σταδιακά. Από το τρίτο έτος και μετά τα παιδιά ξεπερνούν το άγχος του
αποχωρισμού και μπορούν να βρεθούν μακριά από τη μητέρα τους ακόμα και με
άγνωστα πρόσωπα. Μερικά, όμως, παιδιά συνεχίζουν να βιώνουν έντονο το άγχος του
αποχωρισμού από τη μητέρα και μετά το τρίτο έτος της ηλικίας. Οι εκδηλώσεις
αυτού του άγχους ποικίλουν και μπορεί να είναι από μια άρνηση να πάει το παιδί
στο σχολείο, ή από κλάματα και έντονες αντιδράσεις του παιδιού, όταν οι γονείς
πρέπει να πάνε μόνοι τους σε κάποια κοινωνική εκδήλωση, ως και πιο έντονες
πιεστικές παρορμήσεις, για να μένει το παιδί συνεχώς κοντά στη μητέρα του. Σε
αυτές τις περιπτώσεις έχουμε ένα υπερεξαρτημένο παιδί. Αρκετές φορές όμως και
οι μητέρες παρουσιάζουν έντονα φαινόμενα προσκόλλησης στο παιδί τους και
εμφανίζουν και αυτές άγχος αποχωρισμού από το παιδί τους, το οποίο άγχος το
μεταδίδουν έπειτα στα ίδια τους τα παιδιά. Σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε μια
αμφίδρομη σχέση αλληλεξάρτησης, η οποία μπορεί να εξελιχθεί και σε παθολογική
σχέση αργότερα, έχουμε, δηλαδή, ένα
υπερεξαρτημένο από τη μητέρα του παιδί και μια μητέρα υπερεξαρτημένη από το
παιδί της.
Το άγχος στην ήπια μορφή του, αποτελεί, όπως
και ο φόβος, μια χρήσιμη αντίδραση του οργανισμού, γιατί θέτει τον οργανισμό σε
συναγερμό και έτσι προετοιμάζει το παιδί και το άτομο γενικότερα, ώστε να
αντιμετωπίσει τον κίνδυνο ή να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες πριν ακόμα
εμφανιστούν. Μερικές φορές οι αντιδράσεις, που προκαλούνται από το φόβο, το
άγχος ή τις φοβίες είναι τόσο έντονες και παρατεταμένες, ώστε το παιδί να
δυσκολεύεται να αντεπεξέλθει στις καθημερινές του δραστηριότητες και να
αποδιοργανώνεται η ζωή του.
Οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί, θα πρέπει να
βοηθήσουν το παιδί να ξεπεράσει τους φόβους και τις φοβίες και τα άγχη του.
Μερικές φορές, όμως, τα αίτια είναι τόσο περίπλοκα και οι εκδηλώσεις του φόβου,
των φοβιών και του άγχους είναι τόσο έντονες, που οι γονείς και οι
εκπαιδευτικοί αδυνατούν να τις αντιμετωπίσουν,
οπότε είναι απαραίτητη η παρέμβαση του ειδικού παιδοψυχολόγου.
Συμπεράσματα
Πολλοί γονείς επιθυμούν να
μεγαλώσουν τα παιδιά τους σε μια ατμόσφαιρα και ένα περιβάλλον προφυλαγμένη
ή/και απαλλαγμένη από το φόβο. Στην κοινωνία που ζούμε με τα τόσα πολλά
αρνητικά ερεθίσματα για τα μάτια των μικρών παιδιών, η χιλιοειπωμένη φράση των
γονέων προς τα παιδιά τους «δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι», λίγες φορές ισχύει, κυρίως
για τα μικρότερα παιδιά. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι ζωή χωρίς το αίσθημα του
φόβου δεν υπάρχει, και βεβαίως, ούτε για τα παιδιά. Συχνά όμως οι γονείς
νομίζουν πως έχουν κάνει κάποιο λάθος, πως είναι εκείνοι υπεύθυνοι για το φόβο
και τη δειλία των παιδιών τους. Όταν όμως απλουστεύουν το πρόβλημα (δε δίνουν
την πρέπουσα προσοχή στο παιδί τους), κάνουν τα παιδιά να νιώθουν
εγκαταλελειμμένα στους φόβους τους και να τους «καταχωνιάζουν».
Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι τα
παιδιά χρειάζονται το φόβο. Το συναίσθημα του φόβου είναι κάτι που τα
δυναμώνει, αρκεί να βρίσκουν κατανόηση όταν το ομολογούν στους γονείς τους, για
να μάθουν πώς να τους ξεπεράσουν και τους δώσουν τη δυνατότητα να παλέψουν μαζί
του και να τον νικήσουν.
Καραϊωσήφ Αλέξανδρος M.Res.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Το "Εν Σώματι Υγιεί" δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.